- φωτοϋποδοχέας
- ο, Νβιολ. βλ. φωτοδέκτης.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ραβδίο — (Ανατ.). Φωτοϋποδοχέας του ματιού του ανθρώπου και των κατώτερων σπονδυλωτών. Τα ρ. αντιδρούν μόνο στο αδύνατο φως. Αυτά, όπως ακριβώς και τα κωνία, βρίσκονται στην εξωτερική όψη που εμφανίζει ο αμφιβληστροειδής. Αποτελούνται από μια σύναψη στην… … Dictionary of Greek
φωτοδέκτης — και φωτοϋποδοχέας, ο, Ν 1. βιολ. α) αισθητήριο όργανο που αποκρίνεται στο φως, όπως είναι λ.χ. το μάτι β) κύτταρο ή τμήμα κυττάρου που είναι ευαίσθητο στο φως και εξασφαλίζει την μετατροπή τών κβάντων φωτός σε νευρικές ώσεις γ) μόριο ευαίσθητο… … Dictionary of Greek
μαστιγοφόρα ή μαστιγωτά — Ομοταξία πρωτοζώων, που χαρακτηρίζονται από την παρουσία ενός ή περισσότερων μαστιγίων ως οργανίδια κίνησης, τουλάχιστον σε κάποιο στάδιο της ζωής τους. Τα μ. θεωρούνται τα πιο πρωτόγονα από όλες τις ομάδες των πρωτοζώων. Αποτελούν έναν σύνδεσμο… … Dictionary of Greek